- ἐριῶ
- ἐρίζωstrivefut ind act 1st sg (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἐρίῳ — ἔριον wool neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἐριώπιδα — Ἐριώ̱πιδα , Ἐριῶπις fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἐριώπιδος — Ἐριώ̱πιδος , Ἐριῶπις fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρίωι — ἐρίῳ , ἔριον wool neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀερίωι — ἀ̱ερίῳ , ἀέριος misty masc/neut dat sg ἀ̱ερίῳ , ἀέριος misty masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀερίῳ — ἀ̱ερίῳ , ἀέριος misty masc/neut dat sg ἀ̱ερίῳ , ἀέριος misty masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τέννος — Α (κατά τον Ησύχ.) «στέφανος ἐλάϊνος ἐρίῳ πεπλεγμένος» … Dictionary of Greek
Σαράιγ, Μωρίς Πωλ Εμμανουήλ — (Sarrail). Γάλλος στρατηγός (1856 1929). Το 1900, με το βαθμό του ταγματάρχη διορίστηκε υπασπιστής του στρατηγού Αντρέ, υπουργού των Στρατιωτικών. Από την εποχή αυτή άρχισαν και οι επαφές του με πολιτικούς κύκλους, στις τάξεις των οποίων… … Dictionary of Greek
ἐναερίῳ — ἐνᾱερίῳ , ἐναέριος in the air masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)